Οι κυβερνήσεις είναι συνήθως αυτές που εγγυώνται τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα και την ασφάλεια των πολιτών τους. Όταν όμως οι άνθρωποι γίνονται πρόσφυγες, αυτό το δίχτυ ασφαλείας εξαφανίζεται. Οι πρόσφυγες που ξεριζώνονται λόγω πολέμου ή διώξεων βρίσκονται σε πολύ ευάλωτη θέση. Δεν μπορούν να βασίζονται στην προστασία της χώρας τους ενώ, πολύ συχνά, είναι οι ίδιες οι αρχές των χωρών αυτών που τους διώκουν ή τους απειλούν με διώξεις. Εάν οι άλλες χώρες δεν τους επιτρέπουν την πρόσβαση στο έδαφός τους, και εάν δεν τους προσφέρουν προστασία και βοήθεια, μπορεί να τους καταδικάζουν με τον τρόπο αυτό σε μία ανυπόφορη κατάσταση, όπου τα βασικά τους δικαιώματα, η ασφάλεια, ακόμα και η ζωή τους, βρίσκονται σε κίνδυνο.
Η Ελλάδα είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, καθώς και στο σχετικό Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967 και έχει αναπτύξει το εθνικό της σύστημα ασύλου, το οποίο διέπεται και από την ευρωπαϊκή και την ελληνική νομοθεσία.
Η Υπηρεσία Ασύλου, η οποία συστάθηκε με τον νόμο 3907/2011 και ξεκίνησε να λειτουργεί τον Ιούνιο του 2013, είναι η πρώτη αυτοτελής δομή στην Ελλάδα αρμόδια για την εξέταση των αιτημάτων διεθνούς προστασίας. Με τον ίδιο νόμο ιδρύθηκε και η Αρχή Προσφυγών, η οποία εξετάζει τις προσφυγές κατά αποφάσεων της Υπηρεσίας Ασύλου που απορρίπτουν αιτήσεις διεθνούς προστασίας, καθώς και η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης, μέσω της οποίας εγκαινιάστηκε ένα σύστημα πρώτης υποδοχής και καταγραφής των στοιχείων και των αναγκών όσων εισέρχονται στην Ελλάδα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις, συμπεριλαμβανομένων και ατόμων που επιθυμούν να ζητήσουν άσυλο. Σήμερα η λειτουργία και των τριών υπηρεσιών ρυθμίζεται κυρίως από το νόμο 4375/2016 και το νόμο 4636/2019, όπως ισχύουν. Η νομοθεσία που ρυθμίζει τη λειτουργία των τριών υπηρεσιών, τη διαδικασία Υποδοχής και Ταυτοποίησης, τη διαδικασία ασύλου, καθώς και το περιεχόμενο της διεθνούς προστασίας είναι διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου.
Οι ελληνικές αρχές είναι οι μοναδικές αρμόδιες για να αποφασίσουν, σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις, την ευρωπαϊκή και την εθνική νομοθεσία, έπειτα από εξέταση της κάθε περίπτωσης, αν οι αιτούντες δικαιούνται διεθνή προστασία και επομένως αν θα τους χορηγηθεί άσυλο.
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες συνεργάζεται με τις αρμόδιες ελληνικές αρχές και παρέχει τη συνδρομή της, συμβάλλοντας έτσι στη διαμόρφωση και λειτουργία του συστήματος ασύλου της χώρας.