Εργαστήριο Αναλύσεων DNA στην Αθήνα βοηθάει στον εντοπισμό της ταυτότητας ανθρώπων που χάνονται στο Αιγαίο

Ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες Filippo Grandi και ο Διευθυντής του Γραφείου Ευρώπης Vincent Cochetel κατά την επίσκεψή τους στο νεκροταφείο του Αγίου Παντελεήμονα στη Λέσβο για να αποτίσουν φόρο τιμής στους πρόσφυγες και τους μετανάστες που έχασαν τη ζωή τους στην προσπάθειά τους να διασχίσουν το Αιγαίο από την Τουρκία προς την Ελλάδα.
© UNHCR/A. Zavallis

ΑΘΗΝΑ, Ελλάδα, 5 Απριλίου (Υ.Α.) – Η κλήση είναι από Νέα Υόρκη, που είναι εφτά ώρες πίσω από την Αθήνα. Μια γυναίκα από τη Συρία που βρίσκεται στις ΗΠΑ προσπαθεί να εντοπίσει τον ξάδερφο και τον θείο της. Πιστεύει ότι έχασαν και οι δύο τη ζωή τους προσπαθώντας να διασχίσουν το Αιγαίο από την Τουρκία προς την Ελλάδα. Θέλει όμως να μάθει με σιγουριά, ώστε αν όντως ισχύει, να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για να επαναπατριστούν οι σοροί τους.

Την κλήση δέχτηκε η Δρ. Πηνελόπη Μηνιάτη, η νέα επικεφαλής της ελληνικής υπηρεσίας εγκληματολογικών ερευνών. Δεν έχει καν επαφή με τις σορούς αλλά η δουλειά της είναι να διασφαλίζει ότι οι οικογένειες ενημερώνονται για τη μοίρα των αγαπημένων τους.

Σχεδόν μόνη της επιβλέπει την ελληνική Υποδιεύθυνση Βιολογικών-Βιοχημικών Εξετάσεων και Αναλύσεων DNA από την αρχή λειτουργίας της. Αποτελεί πλέον έναν κρίσιμο σύνδεσμο μεταξύ των χιλιάδων ανθρώπων που προσπαθούν να εντοπίσουν τα παιδιά τους, τη μητέρα τους, τον πατέρα τους, τα αδέρφια τους που χάθηκαν στο επικίνδυνο πέρασμα από την Τουρκία στην Ελλάδα την περασμένη χρονιά.

«Είναι υποχρέωση του κράτους μας και δείγμα πολιτισμού», είπε η Δρ. Μηνιάτη, η οποία πήρε προαγωγή τον περασμένο μήνα από διευθύντρια της Υποδιεύθυνσης Βιολογικών-Βιοχημικών Εξετάσεων και Αναλύσεων DNA σε επικεφαλής όλης της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών της Ελληνικής Αστυνομίας. «Εάν κάποιος δε βρεθεί και δεν ταφεί, δε μπορούν να αρχίσουν οι δικοί του άνθρωποι να τον θρηνούν. Είναι σαν οι ψυχές να συνεχίζουν να αιωρούνται και να μη βρίσκουν ησυχία.»

Περίπου 4.400 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους στη Μεσόγειο από το 2015. Η προσφυγική κατάσταση οδήγησε σε αύξηση του όγκου εργασίας του εργαστηρίου ανάλυσης DNA, που βρίσκεται σε προάστιο της Αθήνας. Χρειάστηκε να ασχοληθεί με περισσότερες από 70 υποθέσεις μέσα σε διάστημα δύο ημερών, όπως συνέβη το περασμένο καλοκαίρι μετά από δύο μεγάλα ναυάγια που έγιναν μέσα στο ίδιο διάστημα. Στο παρελθόν ασχολούνταν κατά μέσο όρο με 30 υποθέσεις τον χρόνο.

Από την περασμένη χρονιά έως και τις 20 Μαρτίου φέτος, οι ελληνικές αρχές κατέγραψαν 571 νεκρούς ή αγνοούμενους στο θαλάσσιο πέρασμα από την Τουρκία στην Ελλάδα.

Η Δρ. Πηνελόπη Μανιάτη, Διευθύντρια της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών της Ελληνικής Αστυνομίας.© Penelope Miniati

Η Δρ. Μηνιάτη, με σπουδές στα πανεπιστήμια του Toledo των ΗΠΑ και της Κρήτης, έστησε το πρώτο εργαστήριο ανάλυσης DNA στην Ελλάδα το 1994 σε συνεργασία με άλλες δύο γυναίκες. Η ομάδα πλέον αριθμεί σήμερα περίπου 55 επιστήμονες και είναι το μόνο ιδρυτικό μέλος που παραμένει στην ίδια υπηρεσία από την αρχή της λειτουργίας της.

Ως αποτέλεσμα της εκπαίδευσής της στην Αμερική, είπε ότι επέμεινε το εργαστήριο, που επισήμως αποκαλείται Υποδιεύθυνση Βιολογικών-Βιοχημικών Εξετάσεων και Αναλύσεων DNA της ΕΛ.ΑΣ., να αποτελεί το κεντρικό σημείο αποθήκευσης όλου του γενετικού υλικού. Το γεγονός αυτό θα διευκόλυνε την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών με άλλα κράτη και υπηρεσίες στο μέλλον.

Το χειρότερο αεροπορικό δυστύχημα που σημειώθηκε ποτέ στην Ελλάδα, με την πτώση του αεροπλάνου των Κυπριακών αερογραμμών Helios Airways το 2005 κατά την οποία σκοτώθηκαν και οι 121 επιβαίνοντες, ήταν αυτό που αποτέλεσε τη σημαντικότερη πηγή της εμπειρίας του εργαστηρίου. Λόγω του περιστατικού αυτού εκπαιδεύτηκε η ίδια και το προσωπικό της στην ταυτοποίηση των θυμάτων της τραγωδίας, ιδίως των μικρών παιδιών και των οικογενειών τους, που είναι ακόμα πιο δύσκολο να ταυτοποιηθούν διότι έχουν παρόμοιο γενετικό υλικό.

Καθώς ο αριθμός των παιδιών αντιστοιχεί στο 38% των νέων αφίξεων, η πιθανότητα που έχουν να πνιγούν κατά τη διάρκεια του επικίνδυνου ταξιδιού από την Τουρκία στην Ελλάδα έχει αυξηθεί κατά πολύ.

Σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (Υ.Α.), την περίοδο κορύφωσης της κρίσης πνίγονταν κατά μέσο όρο δύο παιδιά κάθε μέρα στα νερά του Αιγαίου.

Το προσωπικό του εργαστηρίου δεν βλέπει τις σορούς, παρά έρχονται αντιμέτωποι μόνο με τα προσωπικά τους αντικείμενα, όπως αρκουδάκια και οδοντόβουρτσες, που φέρνουν συγγενείς τους για να βοηθήσουν στη διασταύρωση των δειγμάτων DNA.

Πέρα από τον μεγάλο όγκο δουλειάς, υπάρχουν και πιο συγκεκριμένες πτυχές της προσφυγικής κρίσης που καθιστούν το έργο του ελληνικού εργαστηρίου ανάλυσης DNA κρίσιμης σημασίας. Πολλοί από τους νεκρούς ταυτοποιούνται αμέσως, αλλά χρησιμοποιείται συχνά η λήψη γενετικού υλικού DNA για την ταυτοποίηση των σορών που βρίσκονται στη θάλασσα σε κατάσταση αποσύνθεσης. Το γεγονός αυτό καθιστά δύσκολη τη χρήση δαχτυλικών αποτυπωμάτων ή οδοντικών, χειρουργικών ή ιατρικών αρχείων από τις χώρες προέλευσης των προσφύγων, όπως τη Συρία.

Η γυναίκα από τη Συρία είναι σίγουρη ότι ο θείος και ο ξάδερφός της ήταν σε ένα ναυάγιο στα τέλη του Οκτωβρίου την περασμένη χρονιά, όταν 221 άνθρωποι συνολικά έχασαν τη ζωή τους. Ο Οκτώβριος ήταν ο μήνας που καταγράφηκαν οι περισσότεροι θάνατοι στο Αιγαίο το 2015. Η Αριστέα Μεθενίτη, η βιολόγος που ανέλαβε την υπόθεση είπε ότι χρειαζόταν να γίνει εγκληματολογική έρευνα, καθώς η ημερομηνία του ναυαγίου δεν ταίριαζε με τις ημερομηνίες που είχαμε στην Ελλάδα αλλά υπήρξε ένα που συνέβη δύο μέρες αργότερα.

Η χρήση του DNA θα εξακολουθεί να αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο και στις μέρες μας αλλά και στο μέλλον, το οποίο θα παρέχει απόδειξη συγγένειας όταν δεν είναι διαθέσιμα υποστηρικτικά έγγραφα ταυτοποίησης.

Αναφέροντας ένα πρόσφατο παράδειγμα στην Ελλάδα ενός 14χρονου ασυνόδευτου ανηλίκου, η Δρ. Μηνιάτη είπε ότι ήταν εξαιρετικά σημαντικό να διαπιστωθεί εάν υπήρχε βιολογικός δεσμός μεταξύ του νέου και του άνδρα που έλεγε ότι ήταν θείος του. Το περασμένο έτος, περισσότερα από 90.000 ασυνόδευτα ή χωρισμένα από την οικογένειά τους παιδιά καταγράφηκαν και υπέβαλαν αίτηση ασύλου ή ήταν σε μονάδες φροντίδας στην Ευρώπη, κυρίως στη Γερμανία και τη Σουηδία.

Για τη γυναίκα από τη Συρία στη Νέα Υόρκη, η έρευνα για τον ξάδερφό της και τον θείο της θα συνεχιστεί μέσα από την έρευνα του DNA και την διπλωματική οδό. Έχει καταθέσει ήδη καταγγελία αγνοούμενου στη Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού (ICRC) στη Νέα Υόρκη και θα στείλει ένα δείγμα DNA από τη θεία της, την αδερφή του αγνοούμενου θείου, στην Αθήνα μέσω ελληνικής διπλωματικής αποστολής ώστε να διασταυρωθεί με την ελληνική βάση δεδομένων για αγνοούμενα άτομα.

«Μερικές φορές η αναγνώριση μιας σορού είναι τόσο απλή από τον σταυρό που φοράει κάποιος ή από τα γυαλιά που φορούσε πάντα ο πατέρας τους», είπε η Δρ. Μηνιάτη. «Αλλά όταν δε συμβαίνει αυτό, ο απλούστερος τρόπος στον οποίο έχουμε καταλήξει είναι η ανάλυση του DNA.»