©UNHCR/F.Malavolta
Πρόσφυγες και μετανάστες που διασώθηκαν από το πλοίο Bettica της ιταλικής ακτοφυλακής καταφτάνουν στο λιμάνι Augusta της Σικελίας.
ΡΑΓΚΟΥΖΑ, Ιταλία, 6 Μαΐου (UNHCR)– Ευκάλυπτοι, κάκτοι και αγριολούλουδα στολίζουν το δρόμο που οδηγεί στην πανέμορφη πόλη Ραγκούζα της νότιας Σικελίας. Σε μια αυλή στο χρώμα της ώχρας που βρίσκεται δίπλα σε μια εκκλησία σε ρυθμό μπαρόκ, μια ομάδα νεαρών ανδρών από διάφορες Αφρικανικές χώρες κάθονται κάτω από δύο μεγάλα ελαιόδεντρα.
Καθώς η Ιταλία καταβάλλει σκληρή προσπάθεια για να ανταπεξέλθει στους τεράστιους αριθμούς ανθρώπων που διασώζονται στη θάλασσα, το αρχαίο αυτό μοναστήρι έχει μετατραπεί σε χώρο επείγουσας στέγασης για 75 πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο. Μέχρι στιγμής το 2015, περίπου 60.000 άνδρες, γυναίκες και παιδιά έχουν αψηφήσει τους κινδύνους του ανοιχτού πελάγους, πολλοί από αυτούς σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να βρουν ασφάλεια στην Ευρώπη. Περισσότεροι από 1.800 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους στην προσπάθειά τους αυτή.
Ο Zaidoun, ένας ψηλός Σύρος άνδρας 30 ετών με φιλικό χαμόγελο, είναι μεταξύ αυτών που τα κατάφεραν και επέζησαν και τώρα ανακτά τις δυνάμεις του στη Ραγκούζα. Σχεδόν πριν από δύο εβδομάδες έδωσε όλες τις οικονομίες του, 14.000 δολάρια, σε διακινητές στο τουρκικό λιμάνι της Μερσίνας. Προσφέρθηκαν να τον πάρουν μαζί τους, μαζί με την έγκυο γυναίκα του και τα δύο μικρά του παιδιά, σε ένα πλοιάριο που θα διέσχιζε την ανατολική Μεσόγειο ως την Ιταλία.
«Υπήρχαν 100 άτομα περίπου στο πλοιάριο – κυρίως Σύροι αλλά και ορισμένοι Παλαιστίνιοι», είπε, κρατώντας το δίχρονο γιο του στην αγκαλιά του, ενώ η κόρη του, τριών ετών, ήταν γαντζωμένη στα πόδια του. «Ήμασταν στη θάλασσα για πέντε ημέρες προτού μας σώσει το ιταλικό ναυτικό. Είμαστε ευτυχείς και ευγνώμονες που είμαστε ασφαλείς και ζωντανοί.»
Ο Zaidoun και η οικογένειά του μεταφέρθηκαν στο λιμάνι Pozzallo της Σικελίας και αφού υπεβλήθησαν σε ιατρικές εξετάσεις και καταγράφηκαν, μεταβιβάστηκαν στη Ραγκούζα.
«Δεν υπάρχουν τυποποιημένες διαδικασίες αποβίβασης και πρώτης υποδοχής στην Ιταλία”, δήλωσε η Fabiana Giuliani, δικηγόρος της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, η οποία ήταν παρούσα κατά την άφιξη πολυάριθμων πλοίων στα λιμάνια της νότιας Ιταλίας που μετέφεραν τους διασωθέντες στη θάλασσα. «Σε κάθε λιμάνι υπάρχει διαφορετική διαδικασία η οποία εξαρτάται από το κατά πόσον οι άνθρωποι διασώθηκαν από εμπορικά πλοία ή από την ακτοφυλακή», είπε, προσθέτοντας ότι δεν έχουν όλα τα λιμάνια εγκαταστάσεις πρώτης υποδοχής και ότι υπάρχουν διαφορετικά είδη κέντρων, τα οποία παρέχουν βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη στέγαση σε πρόσφυγες, μετανάστες και αιτούντες άσυλο.
Οι συνθήκες στα κέντρα αυτά ποικίλλουν, αλλά είναι πλέον πλήρη. Οι νεοαφιχθέντες προς το παρόν μεταφέρονται σε πόλεις πιο μακρινές όπως στη Μπολόνια στη βόρεια Ιταλία.
Το περασμένο έτος, το ιταλικό ναυτικό ξεκίνησε μια μεγάλη επιχείρηση έρευνας και διάσωσης στη Μεσόγειο. Με το κωδικό όνομα Mare Nostrum, η επιχείρηση αυτή ανέπτυξε μεγάλο αριθμό πλοίων και αεροσκαφών και της έχουν αποδοθεί τα εύσημα για τη διάσωση περισσότερων από 160.000 ανθρώπινων ζωών. Οι περισσότεροι από τους διασωθέντες μεταφέρθηκαν στο λιμάνι της Augusta στην επαρχία Συρακούσες της Σικελίας.
«Έχουμε θεσπίσει ένα σύστημα για την υποδοχή των ανθρώπων και ένα δίκτυο για τη φιλοξενία και στέγασή τους», δήλωσε ο περιφερειάρχης των Συρακουσών, Armando Gradone. «Όμως πρέπει να βασιζόμαστε σε εθελοντές για να κάνουν όλη τη δουλειά και οι τοπικές δομές είναι υπερπλήρεις. Θα πρέπει να διοχετευτεί περισσότερο προσωπικό και χρηματικοί πόροι σε περιοχές όπως η Augusta και το Pozzallo, οι οποίες δέχονται χιλιάδες ανθρώπους. Έχουμε ανάγκη και από μία χερσαία επιχείρηση Mare Nostrum!»
Στα προάστια των Συρακουσών, σε ένα λόφο που έχει θέα στη θάλασσα, ένα πρώην σχολείο έχει μετατραπεί σε προσωρινό κέντρο το οποίο παρέχει στέγαση υπό τη μορφή κοιτώνων σε 60 άτομα. Οι διαμένοντες λαμβάνουν ζεστά γεύματα και έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο. Υπάρχει επίσης ένα τηλέφωνο κοινής χρήσης ώστε να μπορούν να τηλεφωνούν στις οικογένειές τους και να τους ενημερώνουν ότι επέζησαν στο ταξίδι τους αυτό.
«Το δυσκολότερο πράγμα για μένα είναι όταν βλέπω μικρά παιδιά να ακολουθούν σε αυτά τα φρικτά ταξίδια», εκμυστηρεύτηκε ο Gianpero Parrinello, ο διευθυντής του κέντρου. «Μερικές φορές η δουλειά μας είναι πάρα πολύ δύσκολη».
Του William Spindler από τη Ραγκούζα της Ιταλίας.
« Επιστροφή